Ωχρά κηλίδα και ειδικές μορφές εκφύλισης
Η ωχρά κηλίδα είναι η υπεύθυνη για την υψηλή όραση περιοχή του βυθού του ματιού. Η συχνότερη πάθηση που αντιμετωπίζουμε ως οφθαλμίατροι στην ωχρά κηλίδα είναι η εκφύλιση, με κυριότερο αίτιο την ηλικία και διακρίνεται σε διάφορες μορφές, οι οποίες έχουν διαφορετική αντιμετώπιση αλλά και πρόγνωση. Η συνηθέστερη ταξινόμηση-διάκριση είναι αυτή μεταξύ ξηρού και υγρού τύπου.
Η πρώτη και συνηθέστερη περίπτωση χρήζει παρακολούθησης και έχει γενικά πιο ήπια πορεία. Η δεύτερη περίπτωση, όπου η ωχρά κηλίδα καταλαμβάνεται απο υγρό και οίδημα (υγρή εκφύλιση) διακρίνεται και αυτή σε επιμέρους μορφές. Η θεραπεία σήμερα είναι οι ενδοϋαλοειδικές ή ενδοφθάλμιες ενέσεις/εγχύσεις με ειδικούς αντιαγγειογενετικούς παράγοντες.
Όμως όλες οι περιπτώσεις δεν είναι ίδιες, συνεπώς ο εξειδικευμένος στην ωχρά κηλίδα οφθαλμίατρος είναι αρμόδιος για να εξατομικεύει τη διάγνωση και την αντιμετώπιση σε κάθε ασθενή ξεχωριστά. Έτσι, υπάρχουν ασθενείς που χρειάζονται σχεδόν κάθε μήνα ενέσεις (8-9 το χρόνο), ενώ άλλοι χρειάζονται μόλις 1-2 ετησίως. Εξ’άλλου υπάρχουν ασθενείς οι οποίοι επιδεινώνονται παρά τη θεραπεία.
Απο τί εξαρτάται όμως η διαφορετική πορεία που έχει κάθε ασθενής με εκφύλιση ωχράς κηλίδας; Αυτό δεν είναι απόλυτα ξεκαθαρισμένο, αλλά υπάρχουν επιστημονικές εργασίες που υποστηρίζουν πως η σύνθεση της χοριοειδικής νεοαγγειακής μεμβράνης που βρίσκεται κάτω απο την ωχρά κηλίδα στους ασθενείς με εκφύλιση έχει σημαντικό ρόλο στην αντίσταση ή την ανταπόκριση στη θεραπεία. Η αγγειακή σύσταση των παθολογικών αυτών αγγειακών μεμβρανών μπορεί να απεικονιστεί με αγγειογραφία με ινδοκυανίνη υψηλής ταχύτητας (high-speed ICGA) προκειμένου να ανευρεθούν παθολογικά μεγάλα αρτηριακά τροφοφόρα αγγεία τα οποία είναι ανθεκτικά στην αγωγή με ενέσεις. Σε αυτές τις περιπτώσεις έχει ένδειξη η φωτοδυναμική θεραπεία με οδηγό την αγγειογραφία ινδοκυανίνης, ώστε να αποφραχθεί το υπεύθυνο αγγείο υψηλής ροής και ο ασθενής να αποφύγει τις συνεχείς συχνές ενέσεις και επι μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η εκφύλιση ωχράς κηλίδας όμως, ειδικά του υγρού τύπου, έχει και άλλες ειδικές περιπτώσεις, οι οποίες είναι δύσκολες και απαιτητικές στην αντιμετώπισή τους. Μια απο αυτές είναι οι χοριοειδικές νεοαγγειώσεις που συνοδεύονται απο ορώδεις αποκολλήσεις του μελαγχρόου επιθηλίου, όπως αυτές φαίνονται με την οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) αλλά και την φλουροαγγειογραφία και την αγγειογραφία με ινδοκυανίνη (η τελευταία εξέταση εκλογής). Οι τελευταίες είναι ιδιαίτερα ανθεκτικές στην θεραπεία με αντιαγγειογενετικούς παράγοντες και υποχωρούν αργά και δύσκολα.
Επιπλέον, η παρουσία κυστικού οιδήματος στην OCT (συσσώρευση υγρού στην ωχρά κηλίδα υπο μορφή κύστεων) θεωρείται πλέον, με βάση προσφατες μελέτες, κακής πρόγνωσης για την όραση και πρέπει να αντιμετωπίζεται επιθετικά.
Τέλος, ξεχωριστές περιπτώσεις αποτελούν η αγγειωμάτωση αμφιβληστροειδούς (RAP) ή χοριοειδική νεοαγγείωση τύπου 3, καθώς και οι αγγειακοί πολύποδες στο χοριοειδή. Οι δύο αυτές οντότητες παρουσιάζονται σε ξεχωριστά άρθρα στην σελίδα μας, διότι απαιτούν ιδιαίτερη αντιμετώπιση και έχουν γενικά διαφορετική πρόγνωση υπο προυποθέσεις συγκριτικά με τις τυπικές μορφές που περιλαμβάνει η εκφύλιση ωχράς κηλίδας. Η ιδιαιτερότητά τους συνίσταται στην συχνή ανάγκη για συμπληρωματική φωτοδυναμική θεραπεία, καθώς και στις συχνές υποτροπές και εγχύσεις που απαιτούνται, ιδίως στην προχωρημένη αγγειωμάτωση (RAP).
Συμπερασματικά, η υψηλή υποψία εκ μέρους του ειδικού οφθαλμιάτρου, καθώς και η υψηλή τεχνολογία μας βοηθούν σημαντικά στην διάγνωση και το σχεδιασμό της αντιμετώπισης σε όλες τις ειδικές μορφές της εκφύλισης στην ωχρά κηλίδα. Η έγκαιρη διάγνωση και γρήγορη αντιμετώπιση αλλά και η επιμονή ασθενούς και ιατρού στις χρόνιες συνήθως θεραπείες είναι μεγάλης σημασίας για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα για την όραση.