Ραγοειδίτιδα με λευκές κηλίδες στο βυθό
Η ραγοειδίτιδα αποτελεί μια φλεγμονώδη προσβολή του ραγοειδή χιτώνα του οφθαλμού, η οποία είναι ενας γενικός όρος με πολλές κατηγορίες και ταξινομήσεις. Η οπίσθια ραγοειδίτιδα αφορά το βυθό του οφθαλμού, δηλαδή τον αμφιβληστροειδή χιτώνα, τα αγγεία, το οπτικό νεύρο και το χοριοειδή χιτώνα που βρίσκεται σε βαθύτερες στοιβάδες. Μεγάλη σημασία έχει η περαιτέρω ταξινόμηση σε λοιμώδη και μη λοιμώδη οπίσθια ραγοειδίτιδα. Στην πρώτη περίπτωση χρειάζεται ειδική αντιμικροβιακή (αντιβιοτική) ή αντιϊκή αγωγή, ανάλογα με το αίτιο που μπορεί να είναι μικρόβιο ή ιός. Η μη λοιμώδης είναι αυτοάνοσης αιτιολογίας και μπορεί να είναι περιορισμένη μόνο στο μάτι ή να αφορά και σε άλλα συστήματα.
Στο παρόν άρθρο παρουσιάζουμε περιστατικό με αυτοάνοση οπίσθια ραγοειδίτιδα με προσβολή μόνο των οφθαλμών, την χοριοειδίτιδα δίκην «κυνηγετικών χονδρων» (birdshot), η οποία προσβάλλει συνηθέστερα γυναίκες μέσης ηλικίας. Στη ραγοειδίτιδα αυτή υπάρχουν λευκές κηλίδες στο βυθό, οι οποίες μοιάζουν με σημάδια απο σκάγια. Οι λευκές κηλίδες αυτές αντιπροσωπεύουν φλεγμονώδη κοκκιώματα στο στρώμα του χοριοειδή χιτώνα.
Επιπλέον, χαρακτηριστική της νόσου είναι η έντονη φλεγμονή των αγγείων (αμφιβληστροειδική αγγειίτιδα), η οποία με τη σειρά της προκαλεί οίδημα ωχράς κηλίδας. Το υαλώδες σώμα (υαλοειδές), η παχύρευστη γέλη δηλαδή που γεμίζει την οπίσθια κοιλότητα του ματιού, πάσχει και αυτή, οπότε συνήθως υπάρχει φλεγμονώδης θόλωση (υαλίτιδα).
Τα συμπτώματα είναι συνήθως η θόλωση της όρασης και οι μυϊοψίες, δηλαδή οι ασθενείς περιγράφουν πως βλέπουν «μυγάκια» να κολυμπούν μέσα στο οπτικό τους πεδίο, ειδικά σε συνθήκες έντονου φωτισμού. Οι πάσχοντες οφθαλμοί μπορεί να παρουσιάζουν ήπια ερυθρότητα, εφόσον υπάρχει και ήπια φλεγμονή του πρόσθιου τμήματος των οφθαλμών (πρόσθια ραγοειδίτιδα), ωστόσο η νόσος είναι ανώδυνη.
Η διάγνωση της νόσου γίνεται κυρίως κλινικά, με τη χαρακτηριστική εικόνα στη βυθοσκόπηση, αλλά και με τη βοήθεια ειδικών απεικονιστικών εξετάσεων. Πιο συγκεκριμένα απαραίτητη είναι η αγγειογραφία με ινδοκυανίνη (πράσινο ινδοκυανίνης), όπως και σε κάθε ραγοειδίτιδα με υποψία ή εικόνα χοριοειδίτιδας. Αυτή η εξέταση θα μας αποκαλύψει επακριβώς το βαθμό και την έκταση των κοκκιωμάτων στο χοριοειδή.
Επειδή όμως συνυπάρχει και αγγείτιδα στον αμφιβληστροειδή, απαραίτητη είναι και η πανοραμική φλουροαγγειογραφία, η οποία μας αποκαλύπτει τη φλεγμονή στα αγγεία του βυθού. Επίσης, η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) θα δείξει το συνυπάρχον οίδημα στην ωχρά κηλίδα.
Εργαστηριακές εξετάσεις απαιτούνται για τον αποκλεισμό άλλων νόσων που μπορούν να μιμηθούν την χοριοειδίτιδα δίκην κυνηγετικών χονδρων (“birdshot”). Σε κάθε ραγοειδίτιδα, ειδικά οπίσθια, οφείλουμε να αποκλείσουμε οπωσδήποτε τη φυματίωση και τη σαρκοείδωση, αφού ειδικά η φυματίωση θα χρειαστεί αντιφυματική θεραπεία για πολλούς μήνες. Επίσης, πολύ χρήσιμο στη διάγνωση είναι το αντιγόνο ιστοσυμβατότητας HLA-A29, η ύπαρξη του οποίου συνηγορεί ισχυρά υπέρ της νόσου.
Αφού γίνει η διάγνωση η θεραπεία ξεκινάει με χορήγηση κορτιζόνης σε υψηλές δόσεις και συστηματικά απο το στόμα. Η κορτιζόνη έχει άμεση και γρήγορη δράση και είναι πολύ αποτελεσματική για την καταστολή της ραγοειδίτδας στην οξεία φάση. Επειδή όμως αυτές οι φλεγμονές απαιτούν μακροχρόνια θεραπεία, η οποία μπορεί να φθάνει σε διάρκεια και τα 2-3 χρόνια, χρειάζονται και άλλα φάρμακα, τα λεγόμενα ανοσοκατασταλτικά, τα οποία θα επιτρέψουν τη μείωση της κορτιζόνης σε πολύ χαμηλές δόσεις ή την πλήρη διακοπή της. Αυτό είναι απαραίτητο, διότι η κορτιζόνη σε υψηλές δόσεις μακροπρόθεσμα προκαλεί σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες. Σήμερα υπάρχει πληθώρα τέτοιων φαρμάκων, αρκετά απο αυτά είναι μάλιστα νέας γενιάς, οι λεγόμενοι βιολογικοί παράγοντες, οι οποίοι είναι πολύ αποτελεσματικοί και σχετικά ασφαλείς.