Αιμαγγείωμα χοριοειδούς
Το αιμαγγείωμα χοριοειδούς είναι ενας καλοήθης όγκος του βυθού του οφθαλμού. Το χαρακτηριστικό στοιχείο στο αιμαγγείωμα χοριοειδούς είναι η μεγάλη αγγειοβρίθεια του όγκου, δηλαδή η πλούσια αγγείωσή του. Εντοπίζεται στο χοριοειδή χιτώνα του οφθαλμού, ο οποίος βρίσκεται κάτω απο τον αμφιβληστροειδή και διαθέτει επίσης πολυάριθμα αγγεία. Ως καλοήθης όγκος, το αιμαγγείωμα χοριοειδούς δεν κάνει μεταστάσεις και επομένως δεν αποτελεί κίνδυνο για τη ζωή των ασθενών που πάσχουν.
Το αιμαγγείωμα χοριοειδούς μπορεί να εντοπίζεται σε διάφορες θέσεις του βυθού του οφθαλμού και απο αυτό εξαρτάται εν μέρει τι συμπτώματα θα προκαλέσει. Η εμφάνισή του είναι αυτή ενός πορτοκαλόχροου όγκου στο βυθό του ματιού. Στο παρακάτω περιστατικό παρουσιάζουμε ενα αιμαγγείωμα χοριοειδούς με εντόπιση στη μέση περιφέρεια, το oποίο επηρεάζει όμως και την κεντρική περιοχή του βυθού, συγκεκριμένα την ωχρά κηλίδα, προκαλώντας μεγάλο κυστικό οίδημα ωχράς κηλίδας.
Η διάγνωση γίνεται με τις ειδικές απεικονιστικές μεθόδους που διαθέτουμε, όπως η πανοραμική αγγειογραφία με ινδοκυανίνη. Η αγγειογραφία με ινδοκυανίνη είναι η εξέταση εκλογής για το αιμαγγείωμα χοριοειδούς, αφού δίνει εντελώς χαρακτηριστικά ευρήματα.
Βοηθητικά η υπερηχογραφία μας δίνει χρήσιμες πληροφορίες, ώστε να επιβεβαιώσουμε τη διάγνωση. Η οπτική τομογραφία συνοχής (OCT) είναι πολύτιμη για την τυχόν ανάδειξη κυστικού οιδήματος ωχράς κηλίδας, όπως στο περιστατικό που παρουσιάζουμε.
Η θεραπευτική αντιμετώπιση για το αιμαγγείωμα χοριοειδούς εξαρτάται απο τη θέση και το μέγεθος της βλάβης και βέβαια απο το πόσο επηρεάζει την ωχρά κηλίδα και την όραση. Η πιο δημοφιλής είναι η φωτοδυναμική θεραπεία. Εφαρμόζεται σε βλάβες που βρίσκονται στην οπίσθια περιοχή (προσβάσιμη στο laser). Αφού γίνει ενδοφλέβια έγχυση ειδικής φωτοευαίσθητης ουσίας, ξεκινάει η θεραπεία, όπου ο στόχος περιλαμβάνει ολόκληρη τη βλάβη. Η φωτοδυναμική μπορεί να επαναληφθεί μετά απο 3 μήνες τουλάχιστον, εφόσον το αιμαγγείωμα χοριοειδούς δεν υποχωρήσει πλήρως. Συμπληρωματικά, μπορούν να γίνουν ενέσεις αντιαγγειογενετικού πράγοντα (anti-VEGF), οι οποίες δρούν θεραπευτικά στο οίδημα ωχράς κηλίδας.
Σε περιπτώσεις μεγαλύτερων βλαβών μπορούν να εφαρμοσθούν πλάκες ακτινοβολίας, οι οποίες εμφυτεύονται στην εξωτερική πλευρά του οφθαλμού, στην περιοχή της βλάβης, και απελευθερώνουν μικρές ποσότητες ακτινοβολίας για ορισμένο χρονικό διάστημα.